Η τροπολογία της κυβέρνησης σχετικά με την “προστασία” της κύριας κατοικίας δεν είναι μόνο κατώτερη των προσδοκιών, αλλά συνιστά πρόκληση και εμπαιγμό εις βάρος των δανειοληπτών.
Η ΕΚΠΟΙΖΩ εκφράζει τη βαθειά πικρία, απογοήτευση και οργή της για την κατάργηση κάθε ουσιαστικής προστασίας της κύριας κατοικίας, αλλά και την περιφρόνηση που επέδειξε η Κυβέρνηση προς το καταναλωτικό κίνημα με την άρνησή της να κληθούν για να εισακουσθούν, έστω στη κοινοβουλευτική διαδικασία – πρωτόγνωρο στην τριακονταετή πορεία της ΕΚΠΟΙΖΩ – οι φορείς που δραστηριοποιούνται για την προστασία των υπερχρεωμένων καταναλωτών.
Το θράσος δε της κυβέρνησης είναι τέτοιο, που φθάνει στο σημείο να ισχυρίζεται ότι χάρη σε αυτήν προστατεύεται η κύρια κατοικία, όταν στην πραγματικότητα η συγκεκριμένη κυβέρνηση παρέλαβε την προστασία της κύριας κατοικίας ως μόνιμο θεσμό στο νόμο Κατσέλη, τον έκανε προσωρινό και με πιο αυστηρά κριτήρια το 2015 και τον καταργεί τώρα.
Όσον αφορά την τροπολογία για τη δήθεν προστασία της κύριας κατοικίας επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
1) Η τροπολογία δεν αφορά θεσμό συλλογικής ρύθμισης των χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, αλλά ένα πρόγραμμα ρύθμισης περιορισμένων δανείων, το οποίο προσφέρεται ως συμβολικό και πενιχρό αντίτιμο για την κατάργηση του Νόμου Κατσέλη, όσον αφορά την προστασία της κύριας κατοικίας.
2) Το πρόγραμμα έχει περιορισμένη διάρκεια, ως εκ τούτου δεν πρόκειται για θεσμό προστασίας ρύθμισης των χρεών. Αφορά ενυπόθηκα εξασφαλισμένες οφειλές που την 31.12.2018 ήταν ληξιπρόθεσμες, εμφάνιζαν δηλαδή τουλάχιστον τρεις μήνες καθυστέρηση. Επομένως, το πρόγραμμα έχει προσωρινό χαρακτήρα και δεν αφορά οφειλέτες που θα είναι σε αδυναμία στο μέλλον να αποπληρώσουν τα χρέη τους.
3) Το πρόγραμμα δεν αφορά οφειλέτες που είναι ήδη σε αδυναμία και βρίσκονται την 31.12.2018 σε μία προσωρινή ρύθμιση (π.χ. καταβολής μόνο τόκων) και θα έχουν στο άμεσο μέλλον να αντιμετωπίσουν την επαναφορά της κανονικής δόσης.
4) Το πρόγραμμα δεν αφορά υπερχρεωμένους οφειλέτες οι οποίοι έχουν πολλές άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές, όμως, το στεγαστικό τους δάνειο, για προφανείς λόγους, συνέχιζαν να το αποπληρώνουν.
5) Το πρόγραμμα δεν αφορά την προστασία της κατοικίας αν ο δανειολήπτης για οποιονδήποτε λόγο δεν διαμένει ήδη σε αυτή.
6) Το πρόγραμμα δεν εφαρμόζεται αν ο δανειολήπτης ή άλλα μέλη της οικογένειάς του έχουν κινητή ή ακίνητη περιουσία που υπερβαίνει το ποσόν των 80.000 ευρώ.
7) Το πρόγραμμα δεν εφαρμόζεται αν η εξασφαλισμένη οφειλή, όπως έχει διογκωθεί με τόκους υπερημερίας και τα έξοδα, υπερβαίνει το ποσόν των 130.000 ευρώ.
8) Το πρόγραμμα δεν αφορά τις μη εξασφαλισμένες οφειλές, οι οποίες θα συνεχίζουν να διογκώνονται και να εκκρεμούν σε βάρος του δανειολήπτη.
9) Το πρόγραμμα δεν εφαρμόζεται σε όσους υπερβαίνουν το χαμηλό εισοδηματικό οικογενειακό κριτήριο.
10) Είναι, εξάλλου, μύθευμα ότι όσοι δεν αποκλείονται από τα παραπάνω κριτήρια αποκτούν το δικαίωμα μίας προσιτής ρύθμισης της μεμονωμένης έστω οφειλής. Οι τράπεζες έχουν το δικαίωμα να περιφρονήσουν την αίτηση που υποβάλλεται στην πλατφόρμα, να μην απαντήσουν ποτέ σε αυτή ή να προβάλλουν οποιαδήποτε άλλη πρόταση. Σε αυτή την περίπτωση, με την πάροδο μηνός, η διαδικασία «ΤΕΡΜΑΤΙΖΕΤΑΙ».
11) Ο υπερχρεωμένος οφειλέτης έχει στην προηγούμενη περίπτωση τη δυνατότητα μόνο να προσφύγει στη Δικαιοσύνη, σε ασφυκτικές προθεσμίες, να υποβληθεί σε μία ανάλογη του Νόμου Κατσέλη δικαστική, εντέλει και μακρόχρονη, αντιδικία, για να διεκδικήσει την πενιχρή και ασήμαντη μεμονωμένη ρύθμιση.
12) Σε μία ξεδιάντροπη, θρασύδειλη, αισχρή, απειλητική και υβριστική προς τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά ρύθμιση, προβλέπεται ότι σε περίπτωση που δεν γίνει δεκτή η αίτηση του δανειολήπτη που αναγκάζεται να προσφύγει στα δικαστήρια, επειδή αρνήθηκαν οι τράπεζες να συμμετάσχουν στη διαδικασία, θα το επιβληθεί χρηματική ποινή μέχρι το 5% της οφειλής του, με ανώτερο το ποσόν των 5.000 ευρώ και ελάχιστο το ποσόν των 1.500 ευρώ!! Ούτε λόγος δε για κύρωση στην τράπεζα που θα περιφρονήσει τη διαδικασία και την περίφημη «πλατφόρμα»!
13) Οι τράπεζες έχουν κίνητρο να περιφρονήσουν τη διαδικασία και την πλατφόρμα, καθώς ο δανειολήπτης δεν θα έχει, μέχρι να δικαιωθεί στο μακρόχρονο αγώνα του για την ασήμαντη ρύθμιση προστασία από πλειστηριασμούς, παρά μόνο αν πετύχει προσωρινή δικαστική προστασία και με την προϋπόθεση ότι θα καταβάλλει για κάθε δεκτική ρύθμισης οφειλή τουλάχιστον το ήμισυ της ενήμερης δόσης.
14) Αν, πάλι, ένας πιστωτής υποβάλλει πρόταση, όχι όμως και άλλος πιστωτής απέναντι στον οποίο υπάρχει επιδεκτική ρύθμισης απαίτηση, ο δανειολήπτης είναι και πάλι υποχρεωμένος να προσφύγει στο Δικαστήριο καθώς διαφορετικά δεν απολαμβάνει απέναντι στους λοιπούς πιστωτές προστασία.
15) Εάν δεν ενταχθούν με δικαστική απόφαση όλες οι δεκτικές ρύθμισης οφειλές σε ρύθμιση, ο δανειολήπτης δεν δικαιούται ούτε την απροσδιόριστη επιδότηση, ούτε η κατοικία του προστατεύεται από πλειστηριασμούς.
16) Είναι, εξάλλου, πρακτικά αδύνατο να ρυθμιστούν περισσότερες δεκτικές ρύθμισης οφειλές, γιατί μία τέτοια δυνατότητα δεν καλύπτεται από τις πραγματικές δυνατότητες που επιτρέπουν τα κριτήρια αποκλεισμού αλλά και γιατί δεν έχουν τελικά κίνητρο ούτε οι λοιποί πιστωτές.
17) Είναι απίθανη η περίπτωση κάποιας άξιας λόγου διαγραφής οφειλής. Λόγω της σώρευσης των προϋποθέσεων για την ένταξη στη ρύθμιση που εφαρμόζονται, το όφελος δεν θα υπερβαίνει κάποια μικρή έκπτωση και αυτή θα τη λάβει ο δανειολήπτης μόνο αν έχει τηρήσει τη ρύθμιση για 25 έτη ή μέχρι τα ογδόντα του.
18) Αν στο μέλλον (στα προσεχή 25 έτη) περιέλθει και σε πρόσκαιρη αδυναμία δεν θα χάσει μόνο την ασήμαντη έκπτωση αλλά θα πρέπει να επιστρέψει και την όποια (απροσδιόριστη) επιδότηση.
19) Με δεδομένο ότι η ρύθμιση της μεμονωμένης οφειλής (και όχι του συνόλου των χρεών) γίνεται στο 120% της αξίας του ακινήτου, η όποια επιδότηση, σε σχέση με την προστασία της κύριας κατοικίας στο Νόμο Κατσέλη που κατάργησε η Κυβέρνηση, δεν οδηγεί σε χαμηλότερη δόση για τον ίδιο τον οφειλέτη.
20) Δεν εντάσσεται ο δανειολήπτης στο πρόγραμμα αν η αίτησή του για την ένταξη στο ν. 3869/2010 έχει απορριφθεί, μεταξύ άλλων, λόγω δόλιας αδυναμίας. Δεν πρόκειται, όμως, εν προκειμένω για τους λεγόμενους στρατηγικούς κακοπληρωτές αλλά για εκείνους που τη δεκαετία του 2000, της επιθετικής πιστωτικής επέκτασης, δεν διαχειρίστηκαν επιτυχώς την πιστοληπτική τους ικανότητα αφού με αυτό το κριτήριο χαρακτηρίστηκαν ως τέτοιοι.
Η ΕΚΠΟΙΖΩ δεν κλήθηκε να υποβάλει τις παραπάνω παρατηρήσεις της στην Επιτροπή της Βουλής. Απέρριψε την πρόσκλησή της η Κυβέρνηση. Πληροφορήθηκε, ωστόσο, ότι οι εκπρόσωποι των τραπεζών που ήταν παρόντες εξέφρασαν την ικανοποίησή τους προς την Κυβέρνηση. Υποθέτουμε και η τελευταία προς τους πρώτους, αφού οι τράπεζες τους γλύτωσαν από τον κόπο της σύνταξης της (ν)τροπολογίας!